Αρχίζοντας με την ιστορία του ιχνηλάτη βλέπουμε ότι από το 1500 π.Χ. απεικονιζόταν σε τοιχογραφίες σαν καταδιωκτικός σκύλος με επιθετικό ταμπεραμέντο στο κυνήγι του. Χρησιμοποιείτο σε ομαδικό κυνήγι για να συνεργάζεται με πολλά σκυλιά, στην καταδίωξη και σύλληψη μεγάλου θηράματος. Με την τακτική αυτή που κυνηγούσε ο άνθρωπος ανάπτυξε στα σκυλιά το θεμιτό ανταγωνισμό, με απώτερο σκοπό να πετύχουν στα σκυλιά τους την κινητικότητα, ταχύτητα και αγριάδα η οποία βοηθούσε πολλές φορές την σύλληψη του μεγάλου θηράματος το οποίο κατέληγε τροφή για τον άνθρωπο. Μετά παρέλευσης πολλών χιλιάδων χρόνων, οι προσπάθειες του ανθρώπου στην ανεύρεση της τροφής του άλλαξαν. Το κυνήγι εξευγενίστηκε και έγινε πλέον άθλημα, μ’ άλλες τακτικές και απαιτήσεις.

Βλέπουμε αρκετούς κυνηγούς στην Κύπρο, να προσπαθούν να κάνουν ιχνηλασία με σκυλιά σε ομάδες, μιμούμενοι παλαιότερους τρόπους εργασίας, τους οποίους έχουμε προαναφέρει. Πολλοί διαθέτουν ζεύγη, ή περισσότερους ιχνηλάτες για τον λόγο αυτό. Κάποια από τα σκυλιά που είναι καλύτερα στην ιχνηλασία, άλλα στο ξεφώλιασμα και άλλα στην τελική φάση, δηλαδή στην δίωξη. Εδώ μπορεί ο καθένας μας να φαντασθεί ή και να διερωτηθεί τι εργασία κάνει μια τέτοια ομάδα.

Τα σκυλιά εργασιακά είναι ανομοιογενείς με διαφορετικές ελλείψεις και προσόντα, που τα οδηγούν στον αθέμιτο ανταγωνισμό, ο οποίος είναι ενάντια στους κανόνες της ιχνηλασίας.

Με αυτό τον τρόπο εργασίας, θα δούμε τις περισσότερες φορές τέτοιες ομάδες να αποτυγχάνουν στα δύσκολα και μακρινά ίχνη που έχουν αναλάβει. Βλέπουμε ότι δεν μπορούν να δέσουν σαν ομάδα και να κάνουν μια εποικοδομητική εργασία στα ίχνη του λαγού. Δημιουργούν ένταση και ανταγωνισμό στην ιχνηλασία με επακόλουθο πολλές φορές να χάνουν σίγουρα ίχνη.

Κινούνται πιο γρήγορα από την οσφρητική τους δύναμη, και παρασύρονται από τα γαυγίσματα νευρικότητας που βγάζουν.

Επισημαίνω ότι ο τρόπος κυνηγίου αυτός δεν είναι απορρίφσιμος εφόσον δεν μιλάμε για ιχνηλασία. Με την προϋπόθεση του πλούσιου και απονήρευτου θηράματος, τέτοιες ομάδες ίσως να ήταν πολύ αποτελεσματικές γιατί θα πατούσαν πολλά ίχνη λαγών με αποτέλεσμα, να ξεφωλιάζουν ή να πιέζουν λαγούς στην δίωξη χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία και τεχνική.

Το κυνήγι του λαγού όμως στην Κύπρο είναι δύσκολο, ιδιαίτερα λόγω εδαφικών και καιρικών συνθηκών. Το θήραμα αλλάζει συνεχώς τις συνήθειες του και για να το κυνηγήσουμε πρέπει να γνωρίσουμε πως συμπεριφέρεται.

Ο λαγός πολλές φορές μετακινείται μακριά από τον βοσκότοπο του για βιολογικούς λόγους ή ακόμη λόγω πίεσης που του δίνουν διάφορα επιβλαβή και οι διώκτες του. Αυτό πολλές φορές κάνει την ιχνηλασία δύσκολη και ανορθόδοξη, και μας οδηγεί σε συμπεριφορές του λαγού που δεν έχουμε συναντήσει ξανά. Βλέπουμε λαγούς να βάζουν ίχνη ανάμεσα από περδίκια που είναι μαζεμένα πολλά μαζί το βράδυ για να αδυνατίσουν τα δικά του ίχνη. Τέτοιες συμπεριφορές του, παραπλανούν και παραπέμπουν τους διώκτες που τον ιχνηλατούν στα ίχνη των περδικιών.

Παρόμοιες συμπεριφορές διαφυγής του λαγού έχουμε στην περίπτωση που βάζει τα βραδινά του ίχνη κοντά σε φωλιές αλεπούδων ή ακόμη και σε καταφύγια άλλων λαγών για να παραπλανήσει και πάλι τον διώκτη του σε άλλα ίχνη θηράματος προκαλώντας του σύγχυση και απομάκρυνση από τα δικά του ίχνη. Πολλές φορές σε τέτοια περιστατικά βλέπουμε σκυλιά που εργάζονται ομαδικά σε ιχνηλασία να παραπλανούνται με τα κόλπα αυτά του λαγού και να μεθούν στα ίχνη άλλων θηραμάτων εγκαταλείποντας το ίχνος του λαγού. Δημιουργείται ανάμεσα τους ανταγωνιστική εργασία με αποτέλεσμα να μην μπορούν να εργαστούν προσεχτικά και να παρακάμψουν τα εμπόδια και τις αντιπαραθέσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν στην ιχνηλασία τους. Αντίθετα ένα σκυλί που εργάζεται μόνο του στην ιχνηλασία, με σωστή εκπαίδευση και χειρισμό μπορεί να παρακάμψει τα εμπόδια της ιχνηλασίας και με σοβαρότητα και επιδεξιότητα να τερματίσει την ιχνηλασία του με επιτυχία.

Βασιζόμενη στη συμπεριφορά του θηράματος μπορούμε να εκπαιδεύσουμε το κατάλληλο σκυλί για να κυνηγήσουμε. Πολύ σημαντικό είναι ο κάθε κυνηγός προτού ασχοληθεί με το άθλημα της ιχνηλασίας να γνωρίζει πως γίνεται η σωστή ιχνηλασία η οποία έχει την τεχνική και τους κανόνες της. Αργότερα αφού αποφασίσει ότι έχει την υπομονή και τις κατάλληλες αντοχές στην διαδρομή της ιχνηλασίας τότε πρέπει να επιλέξει το καθαρόαιμο σκυλί που τον αντιπροσωπεύει σαν φυλή και σαν χαρακτήρας. Αυτό σίγουρα δεν αφορά ιδιαίτερα τους φίλους κυνηγούς που απολαμβάνουν το κυνήγι τους με τον παλιό παραδοσιακό τρόπο, κυνηγώντας απευθείας στα καταφύγια των λαγών. Όμως θα πρέπει να λάβουν υπόψη τους ότι ο περισσότερος κυνηγετικός πληθυσμός στην Κύπρο κυνηγάει με αυτό τον τρόπο, πιέζοντας το θήραμα ασφυκτικά, αναγκάζοντας το να μετακινείται από τα καταφύγια του πολύ μακριά. Με αυτή την τακτική εργασίας πολλές φορές βρίσκουμε τα ίχνη του θηράματος στα καταφύγια του, χωρίς να το εντοπίζουμε. Το θήραμα επισκέπτεται το χώρο του το βράδυ αλλά δεν τον θεωρεί ασφαλές πλέον σαν καταφύγιο και τρέπεται σε φυγή κάνοντας απίστευτα κόλπα και αποκτώντας καινούριες συνήθειες για να επιβιώσει.

Ποιος είναι τελικά ο πιο σωστός τρόπος εργασίας για να φέρουμε τα επιθυμητά αποτελέσματα στο κυνήγι μας;

Καταθέτοντας την δική μου άποψη και τις πολύχρονες δικές μου εμπειρίες, ανεπιφύλακτα θα έλεγα ότι είναι πραγματικά άδικο να αναζητούμε το θήραμα βασιζόμενοι στην τύχη. Στο βουνό πρέπει να πατάμε με σιγουριά, ακολουθώντας τα ίχνη του λαγού με σωστά σκυλιά ιχνηλασίας, τα οποία έχουν την δυνατότητα να ακολουθούν το λαγό, σε ότι και αν κάνει στην διαδρομή του. Η ατομική ιχνηλασία θα μας δώσει την δυνατότητα επιτυχίας αλλά και την ηρεμία για να απολαύσουμε το κυνήγι σαν άθλημα.

Για να μπορεί ο κάθε κυνηγός να απολαμβάνει το κυνήγι σαν άθλημα, απώτερος σκοπός του δεν πρέπει να είναι μόνο το σκότωμα του θηράματος αλλά σημασία πρέπει να δώσει στην διαδρομή που γίνεται μέχρι να φτάσει σε αυτό.

Ακολουθώντας ένα σωστό σκυλί στην ατομική ιχνηλασία μπορούμε να γνωρίσουμε τις νέες συνήθειες του λαγού και να απολαύσουμε αυτό το είδος κυνηγίου που εγώ το εκφράζω σαν μαγεία.

Ιχνηλασία είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο το οποίο μπορεί κάποιος να την διδακτεί και να την απολαύσει, αφού την θεωρεί σαν άθλημα και ακολουθεί τους κανόνες που την διέπουν. Πολλοί ιχνηλάτες ημίαιμοι ή καθαρόαιμοι όταν εργάζονται δίνουν την αίσθηση ότι κάνουν ιχνηλασία αφού τους βλέπουμε να ασχολούνται μανιακά με τα ίχνη στο έδαφος. Αυτό όμως μπορεί να το κάνει ένα σκυλί Κόκερ Σπάνιελ ή ένα Σπρίνγκερ Σπάνιελ τα οποία δεν έχουν τον τίτλο του ιχνηλάτη.

Μπορεί κάποιος να θέσει το ερώτημα τι είναι λοιπόν η ιχνηλασία. Θα μπορούσαμε να δώσουμε τον ορισμό της ιχνηλασίας απλά ότι είναι η διαδικασία που αναλαμβάνει το σκυλί ιχνηλατώντας ατομικά και σωστά στα ίχνη του λαγού, αγνοώντας άλλα ίχνη λαγών ή οποιαδήποτε άλλα βρεθούν στην πορεία του, ξεπερνώντας εμπόδια και αντιπαραθέσεις μέχρι να καταλήξει στο ξεφώλιασμα του συγκεκριμένου λαγού. Ο κυνηγός πρέπει να ξεχωρίσει την διαφορά της ιχνηλασίας από την δίωξη και την ομαδική από την ατομική εργασία. Η δίωξη γίνεται με πολλά σκυλιά, τα οποία προκαλούν αρκετές εντάσεις και πιέσεις με απώτερο σκοπό να επιστρέψουν τον λαγό στον κυνηγό που βρίσκεται στο καρτέρι. Τα σκυλιά αυτά έχουν επιτυχίες περισσότερο με λαγούς οι οποίοι τρέπονται σε φυγή προτού ξεφωλιάσουν. Αντίθετα η ιχνηλασία βλέπουμε να γίνεται μ’ ένα σκυλί το οποίο πρέπει να είναι επιλεγμένο με πολλά εκπαιδευτικά και έμφυτα προσόντα, όπως σωστή ανατομία, τρομερές αντοχές, κυνηγετική μανία, εξαιρετική όσφρηση και πολύ καλή εκπαίδευση. Τα σκυλιά αυτά ιχνηλατούν συνεργάσιμα με τον χειριστή τους μέχρι το ξεφώλιασμα του λαγού. Σε περίπτωση που ο λαγός δεν κτυπηθεί στο ξεφώλιασμα από τον κυνηγό, το σκυλί με το κάλεσμα του χειριστή του θα πρέπει να επιστρέφει και να μην μπει στην διαδικασία της δίωξης. Τερματίζοντας την διαδικασία αυτή το σκυλί μπορεί να ασχοληθεί με τα ίχνη άλλου λαγού σε συνεργασία με το χειριστή του.

Πραγματικά είναι η επιλογή του κάθε κυνηγού με ποια μέθοδο θα κυνηγά. Όσοι από τους κυνηγούς θέλουν να ασχοληθούν με την σωστή ιχνηλασία, θα πρέπει να βάλουν σωστές βάσεις στην προετοιμασία του σκύλου που προορίζουν για την συγκεκριμένη εργασία. Παρακολουθούμε πολλές φορές αρκετούς κυνηγούς να ομαδοποιούν τα κουτάβια στην εκπαίδευση της ιχνηλασίας δημιουργώντας τους ανταγωνιστικά στοιχεία, με αποτέλεσμα πολλές φορές να δημιουργούν ανασφάλειες και ατέλειες στον χαρακτήρα τους, γιατί δεν βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις και εμπειρίες.

Με βάση την προσωπική μου εμπειρία το λανθασμένο και ανεξέλεγκτο γαύγισμα τις πιο πολλές φορές έχει να κάνει με την νευρικότητα και την ένταση του ανταγωνισμού όταν εργάζονται πολλά σκυλιά μαζί. Σε μεγαλύτερο βαθμό μπορεί να συμβεί αυτό όταν ομαδοποιούμε τα κουτάβια, στην αρχική τους εκπαίδευση. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν βάζουμε τα νεαρά εκπαιδευόμενα σκυλιά με μεγαλύτερα σκυλιά για να τα διδάξουν και δεν μπορούν να προλάβουν τους ρυθμούς εργασίας τους, λόγω σωματότυπου και αυξημένης ταχύτητας. Μεγαλώνοντας τα κουτάβια, όταν πλέον έχουν αναλάβει το έργο της ιχνηλασίας, κουβαλούν μαζί τους εργασιακά κατάλοιπα και βλέπουμε ότι γαυγίζουν ανεξέλεγκτα. Ο χειριστής τους τότε δεν μπορεί να διαβάσει και να ερμηνεύσει τα γαυγίσματα που βγάζουν. Τα γαυγίσματα πρέπει να βγαίνουν ανάλογα με την συμπεριφορά του λαγού και την ένταση που αφήνουν τα ίχνη που βάζει στην διαδρομή του.

Μ’ αυτό τον τρόπο ο κυνηγός μπορεί να ξέρει σε κάθε σημείο της ιχνηλασίας τι έκανε ο λαγός όλο το βράδυ. Το κυριότερο όμως ελάττωμα που μπορεί να δημιουργηθεί με την ομαδοποίηση των κουταβιών είναι η αποξένωση και η έλλειψη επαφής από τον χειριστή τους. Στην ηλικία που τα σκυλιά είναι στα αρχικά τους εκπαιδευτικά στάδια και χειρότερα όταν θα μεγαλώσουν, θα δούμε ότι δεν έχουν την καλύτερη επαφή μαζί μας λόγω ομαδοποίησης. Στο βουνό είναι ανεξέλεγκτα και βάζουν αρχηγούς τα μεγαλύτερα σκυλιά, τα οποία έχουν δυνατό χαρακτήρα και κίνηση στο βουνό. Πολλές φορές τα μεγάλα σκυλιά μπορεί να έχουν και πολλά ελαττώματα τα οποία μεταφέρονται στα εκπαιδευόμενα σκυλιά.

Εάν πραγματικά αγαπάμε την ιχνηλασία σαν άθλημα και θέλουμε τα σκυλιά μας να μπουν σωστά στα εργασιακά της πλαίσια, θα πρέπει να περάσουν απαραίτητα από την ατομική εκπαίδευση. Μ’ αυτό τον τρόπο θα γίνουν αποτελεσματικά και θα φτιάξουν εργασιακό χαρακτήρα και σοβαρότητα στην ιχνηλασία τους. Συχνά ακούμε να μιλούν οι κυνηγοί για ιχνηλάτες κοντινής έρευνας, για γρήγορους, για αργούς, ορεινούς ή πεδινούς. Σίγουρα δεν υπάρχει ομοφωνία ποιος είναι ο καλύτερος. Εγώ θα έλεγα ότι ο καλύτερος ιχνηλάτης είναι αυτός ο οποίος υπακούει στον χειριστή του, ξέρει την εργασία του, ακολουθεί με σωστή κατεύθυνση τα ίχνη του λαγού και προσαρμόζεται όσο γίνεται στις δύσκολες εδαφικές και καιρικές συνθήκες στον χώρο όπου κυνηγά.