Κάνοντας μια αναδρομή στα τελευταία 20 χρόνια που κυνηγάω αυτό το υπέροχο θήραμα, σημειώνω αρκετές αλλαγές τόσο στο θέμα κυνηγίου, όσο και στο θέμα συμπεριφοράς του συγκεκριμένου θηράματος. Η πέρδικα και ο λαγός μπορεί να ειπωθεί ότι είναι το κατεξοχήν επιδημητικό θήραμα του τόπου μας, αφού μπορούμε να το συναντήσουμε παντού. Από τα παράλια μέχρι τα ψηλότερα βουνά της Κύπρου τα είδη αυτά μπορούν να προσαρμοστούν και να επιβιώσουν. Φυσικά οι καλύτερες συνθήκες (τροφή-νερό-ησυχία) ευνοούν τα είδη όπως πληθύνουν αρκετά και σκορπιστούν και στις γύρω περιοχές. Σκεπτόμενος μια εξόρμηση το 1997 θυμάμαι πώς ήταν τα πράγματα τότε με τα περδίκια. Καταρχήν οι άγριοι πληθυσμοί κυρίως σε περιοχές παραδοσιακές όπου υπήρχε φαγητό και νερό ήταν πάντοτε σε αφθονία. Κυνηγούσαμε τα περδίκια μέχρι την τελευταία εξόρμηση του ενδημικού και παρά το γεγονός ότι στο τέλος έμεναν τα πονηρεμένα και παλιά περδίκια (καθηγητές), εντούτοις δεν ήταν λίγες οι φορές που πιάναμε το κότα ακόμη και την τελευταία εξόρμηση. Υπήρχαν οι συνηθισμένες περιοχές όπου κινούνταν τα περδίκια και ξέραμε ότι στην τάδε κορυφογραμμή την τάδε ώρα θα τα βρίσκαμε. Ξέραμε ότι στις απογευματινές παγανιές θα τα βρίσκαμε πάνω από τις απαγορευμένες όπου έπεφταν από την πίεση των κυνηγών. Ξέραμε όταν έβρεχε ή όταν φυσούσε που να πάμε για να τα βρούμε. Οι συναντήσεις πολλές αλλά όχι και κατ’ ανάγκη και οι επιτυχίες. Είχαμε στρατηγική στο κυνήγι τους και προσπαθούσαμε να βάλουμε το ‘αλάϊ’ μπροστά για να το κουράσουμε και να το σπάσουμε έτσι ώστε να μας δώσουν δικαίωμα στο να κοντέψουμε και να τα ξετρυπώσουν οι σκύλοι. Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ πιο διαφορετικά. Σε κάποιες περιπτώσεις μπορείς να σου χαρίσουν κάποιες θύμισες από τα παλιά, αλλά ως γενική παρατήρηση το περδικοκυνήγι έχει αλλάξει δραματικά. Σήμερα τα περδίκια είναι πολύ πιο καχύποπτα και επιφυλακτικά. Με τον παραμικρό θόρυβο απομακρύνεται όλο το κοπάδι και δεν σε αφήνουν ούτε καν να τα δεις που φεύγουν. Το πέταμα τους έχει μεγαλώσει και όταν σηκωθούν διανύουν μεγάλες αποστάσεις για να ξαναπροσγειωθούν και πάλι. Το ποδάρωμά τους στο έδαφος έχει πάρει μεγαλύτερες διαστάσεις και πολλές φορές είναι αδύνατο για τα σκυλιά να ακολουθήσουν τα ίχνη τους σε τόσο μεγάλη απόσταση και ο κυνηγός να είναι κοντά τη στιγμή του ξεπετάγματος.

Τι είναι όμως αυτό που άλλαξε τη συμπεριφορά των περδικιών;

Αποψίλωση Καταρχήν να πούμε ότι η αποψίλωση της φύσης (αμπέλια-περβόλια-δάση-άγρια βλάστηση) προσφέρει λιγότερους χώρους για το θήραμα να κρυφτεί, ενώ παράλληλα έχει μειωθεί σημαντικά η βιοποικιλότητα στην τροφή του. Δε θα ξεχάσω το δεύτερο περδίκι που χτύπησα σαν κυνηγός. Καθόντουσαν σε ένα αμπέλι στην επαρχία Πάφου και με το που μπήκα στο αμπέλι πετάχτηκαν δύο μπροστά μου και πήρα το ένα. Μάλιστα τα πρώτα 10-15 περδίκια που χτύπησα σαν κυνηγός τα περισσότερα χτυπήθηκαν μέσα σε αμπέλια. Σήμερα περισσότερα από 70-80% των αμπελιών έχουν καταστραφεί με επιχορήγηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ένωση Αμπελοϊκών Προϊόντων. Το αμπέλι πρόσφερε στα πουλιά τροφή, προστασία αλλά και νερό από την υγρασία που κρατούσαν τα φυτά του αμπελιού.

Χωματόδρομοι και εύκολες προσβάσεις στο βουνό.

Πριν από είκοσι χρόνια δεν υπήρχαν ούτε τόσοι πολλοί χωματόδρομοι, αλλά ούτε και τόσα πολλά αυτοκίνητα 4Χ4. Αυτό δυσκόλευε αρκετά τους κυνηγούς στο να αποκόπτουν τα πουλιά με τη μέθοδο του αυτοκινήτου. Αφήναμε το αυτοκίνητο μας κοντά στο κυνηγότοπο και συνήθως διασχίζαμε ολόκληρες παγανιές 5-6 συνεχώμενες ώρες μέχρι να ξαναδούμε το αυτοκίνητο. Σήμερα πέραν του ότι αρκετοί χρησιμοποιούν το αυτοκίνητο ως μέσο κυνηγίου και πυροβολούν από το αμάξι, το χρησιμοποιούν και για να φτάνουν στις πιο ψηλές κορυφογραμμές ή στα πιο βαθιά φαράγγια. Από εκεί κάποιοι πάνε προς τα επάνω να ρίξουν τα περδίκια χαμηλά και άλλοι κάνουν σφαγές από κάτω.

Πολλοί και ανεξέλεγκτοι σκύλοι Ο μεγάλος αριθμός σκύλων που βγαίνει στους κυνηγότοπους τόσο κατά την περίοδο του κυνηγίου, όσο και κατά την περίοδο που δεν υπάρχει άδεια προσκαλεί μεγάλη ζημιά τόσο στον πληθυσμό, αλλά και στη συμπεριφορά των πουλιών. Ένας μεγάλος αριθμός από φωλιές περδικιών καταστρέφεται από τα παράνομα εκπαιδευτικά των σκύλων μέρα και νύχτα ενώ υπάρχουν και μεγάλες απώλειες από επιβλαβείς παράγοντες. Από τη συνεχή όχληση τα πουλιά μαθαίνουν να προσηκώνονται ακούγοντας καμπανάκια ή ακούγοντας θορύβους. Έτσι πολλές φορές η συνάντηση με κυνηγό είναι από το δύσκολη μέχρι το ακατόρθωτη. Πριν από είκοσι χρόνια σπάνια άκουγες καμπανάκια στα βουνά και ακόμη πιο σπάνια έβλεπες κόσμο να βγάζει το σκύλο του εκπαιδευτικά όλο το χρόνο.

Σίγουρα υπάρχουν και άλλοι παράγοντες οι οποίοι επηρεάζουν αρνητικά το κυνήγι της πέρδικας, όπως επηρεάζουν και όλο το υπόλοιπο κυνήγι. Για παράδειγμα η οικοπεδοποίηση της υπαίθρου, τα φυτοφάρμακα, η λαθροθηρία κ.τ.λ. Για να μπορέσει κάποιος κυνηγός σήμερα να έχει ένα πετυχημένο περδικοκυνήγι δεν πρέπει μόνο να έχει γερά πνευμόνια, καλό πόδι, ένα καλό περδικόσκυλο και αρκετό πάθος. Αυτά ήταν τα συστατικά τα οποία χρειαζόντουσαν πριν από χρόνια. Σήμερα πρέπει να έχει όλα αυτά αλλά και καλή στρατηγική. Πρέπει να είναι σε θέση να γνωρίζει πώς θα κινηθεί στο βουνό σύμφωνα με την όχληση που δέχονται τα θηράματα για να μπορέσει αυτός να προσεγγίσει τα περδίκια. Πρέπει να διαβάζει τις φάσεις στο βουνό και να υπολογίζει που έχουν σπρώξει τα περδίκια οι λαγοπαγανιές και οι πολλοί σκύλοι. Πρέπει να μπορεί να ανακαλύπτει παγανιές, οι οποίες ίσως να είναι κυνηγετικά αδιάφορες για τους λαγοκυνηγούς, αλλά να κρατάνε και αρκετά περδίκια. Μάλιστα καλό θα ήταν ο ίδιος να φροντίζει να παρέχει φαγητό και νερό σε τέτοιες περιοχές ολόχρονα για να δίνει το δικαίωμα στο αγαπημένο του θήραμα να πολλαπλασιάζεται. Είκοσι χρόνια μετά μπορεί να άλλαξε η συμπεριφορά του θηράματος, μπορεί να άλλαξαν πολλά πράγματα αλλά η συγκίνηση και χαρά του συγκεκριμένου κυνηγίου παραμένει η ίδια. Μιλώντας με ένα καλό φίλο Κύπριο που τώρα διαμένει μόνιμα στην Αγγλία και ο οποίος έχει την ευχέρεια να κυνηγάει φασιανούς, λαγούς και αρκετά άλλα θηράματα, μου τόνισε το εξής: ‘Φίλε βάλε ένα πράγμα στο μυαλό σου, το καλύτερο κυνήγι στον κόσμο είναι το κυνήγι άγριας πέρδικας στην Κύπρο, τίποτα δεν μπορεί να συγκριθεί μαζί του και σου το λέω εγώ που κυνήγησα σχεδόν σε όλο τον κόσμο’.